Διαχείριση θερμίδων και μεταβολισμός
309
post-template-default,single,single-post,postid-309,single-format-standard,bridge-core-2.6.3,qode-page-transition-enabled,ajax_fade,page_not_loaded,,vertical_menu_enabled,qode_grid_1300,footer_responsive_adv,qode-child-theme-ver-1.0.0,qode-theme-ver-24.8,qode-theme-bridge,disabled_footer_bottom,wpb-js-composer js-comp-ver-6.5.0,vc_responsive

Διαχείριση θερμίδων και μεταβολισμός

Ο κύριος έλεγχος της πείνας σχετίζεται με την βιολογική ρύθμιση της όρεξης. Αυτό είναι άμεσα συνδεδεμένο με τις ανάγκες σε θρεπτικά συστατικά τα οποία επηρεάζονται από βιολογικά χαρακτηριστικά και παράγοντες που επηρεάζουν την φυσιολογία, όπως η κατανάλωση αλκοόλ, η φαρμακευτική αγωγή.

Επιπλέον, οι διατροφικές επιλογές είναι αποτέλεσμα ατομικών ψυχολογικών παραγόντων, τρόπου ζωής και σκέψης ,κουλτούρας και παιδείας, χρήσης τεχνολογίας, πολιτιστικές, κοινωνικές αξίες καθώς και επιρροή από marketing, social media, διαδίκτυο, διαφήμιση που επηρεάζουν επίσης τις επιλογές των καταναλωτών.

Οι επιδημιολογικές μελέτες κατά τη διάρκεια του 20ου και του 21ου αιώνα συνδέουν τις δίαιτες υψηλής περιεκτικότητας σε θερμίδες με την παχυσαρκία και την εμφάνιση πολλών τύπων καρκίνου, σακχαρώδη διαβήτη και καρδιαγγειακών μέσω του μηχανισμού αντίστασης της ινσουλίνης. Μελέτες αποκάλυψαν ότι η χρόνια κατανάλωση υπερβολικών θερμίδων προάγει την αύξηση του αυξητικού παράγοντα-1 (IGF-1) που επηρεάζει το μεταβολισμό της γλυκόζης και της ραπαμυκίνης (mTOR), και δρα ως κεντρικός ρυθμιστής του κυτταρικού πολλαπλασιασμού και του κυτταρικού κύκλου. Διάφορες μέθοδοι διατροφικών παρεμβάσεων για τον μετριασμό αυτής της οδού βρίσκονται υπό ενεργή διερεύνηση, όπως περιορισμός θερμίδων, διαλείπουσα νηστεία και ειδικός περιορισμός μακροθρεπτικών συστατικών.

Η κετογονική δίαιτα (Keto Diet ), που ορίζεται από την παρουσία κετονικών σωμάτων στη συστηματική κυκλοφορία, στοχεύει στον περιορισμό τόσο των υδατανθράκων όσο και των πρωτεϊνών. Το σχήμα αυτό αναπτύχθηκε αρχικά τη δεκαετία του 1920 ως θεραπεία για την ανίατη παιδιατρική επιληψία.

Σε πολύ χαμηλές προσλήψεις υδατανθράκων, όπως αυτές που έχουν νηστεία, το ήπαρ παράγει μια κετόνη (β-Υδροξυβουτυρικό οξύ)από λιπαρά οξέα, που μπορεί να διασχίσει τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό και παρέχει μια επιπλέον πηγή ενέργειας για τον εγκέφαλο. Η κετογονική δίαιτα σε μικρό χρονικό διάστημα(όχι πάνω από 12 εβδομάδες) προκαλεί σημαντικές μειώσεις τόσο στην ινσουλίνη όσο και στον IGF-1 παράγοντα και φαίνεται να επιβραδύνει σημαντικά την ανάπτυξη του όγκου και επιδρά και στη συρρίκνωση του λιπώδους ιστού. Ωστόσο οι μακροχρόνιες παρενέργειες στους επιζώντες από καρκίνο έδειξαν από κλινικές μελέτες ότι οδηγούν σε μειωμένη σωματική δραστηριότητα και απώλεια μυϊκής μάζας, προάγοντας τη σαρκοπενική παχυσαρκία.Οι επιζώντες από καρκίνο με σαρκοπενική παχυσαρκία, που είναι η αντικατάσταση της μυϊκής μάζας με λίπος, διατρέχουν υψηλό κίνδυνο θνησιμότητας μετά τη θεραπεία.

Οι δίαιτες χαμηλού υδατάνθρακα μπορούν να μειώσουν τη μάζα του σώματος, την περιφέρεια της μέσης και να βελτιώσουν τον μεταβολισμό του λίπους και των υδατανθράκων. Όταν συνδυάζονται με άσκηση, οι δίαιτες χαμηλού υδατάνθρακα <45 % φαίνεται να είναι μια αποτελεσματική στρατηγική για τη ρύθμιση των μεταβολικών παραγόντων, τη διαχείριση παχυσαρκίας και των καρδιαγγειακών παθήσεων. Αντιστρόφως η μακροχρόνια χρήση τους μπορεί να σχετίζεται με υψηλότερη θνησιμότητα και μεταβολικές δυσλειτουργίες, καρδιααγγειακά νοσήματα εάν περιέχει μεγάλες ποσότητες τροφών ζωικής πρωτεΐνης και κορεσμένα λιπαρά.